Κατά τη διέγερση ωοθηκών σκοπός είναι να διεγείρουμε τις ωοθήκες, ώστε να παράγουν περισσότερα από ένα ωάρια που παράγουν σε ένα φυσιολογικό κύκλο. Για να το πετύχουμε αυτό προσπαθούμε να μιμηθούμε το φυσιολογικό κύκλο. Έτσι χορηγούμε φάρμακα που είτε διεγείρουν τον οργανισμό να πραράγει τις ορμόνες που ρυθμίζουν φυσιολογικά τον κύκλο είτε μοιάζουν με αυτές τις ορμόνες. Τα πρώτα φάρμακα είναι χάπια, ενώ τα δεύτερα είναι ενέσιμα. Η επιλογή του τύπου της διέγερσης γίνεται με βάση την ηλικία της γυναίκας, το επιθυμητό επίπεδο διέγερσης και το αποτέλεσμα προηγουμένων διεγέρσεων. Έτσι κάνουμε διαφορετική διέγερση σε μία γυναίκα που θα υποβληθεί σε σπερματέγχυση από μία άλλη γυναίκα που θα υποβληθεί σε εξωσωματική γονιμοποίηση.
Φάρμακα που χρησιμοποιούνται στις διαδικασίες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
Κλομιφαίνη (Clomiphene Citrate, CC Serpafar). Η κλομιφαίνη, ένα μη στεροειδές αντι-οιστρογόνο χάπι, προκαλεί την έκλυση από την υπόφυση των ορμονών FSH και LH. Οι ορμόνες αυτές εκκρίνονται κάτω απο τον έλεγχο μιάς περιοχής του εγκεφάλου που λέγεται υποθάλαμος και ρυθμίζουν την λειτουργία των ωοθηκών και των όρχεων. Ο μηχανισμός λειτουργίας της κλομιφαίνης είναι απλός. Η κλομιφαίνη κάνει τον εγκέφαλο να νομίζει οτι πρέπει να εκκρίνει πιό πολύ FSH από όσο θα έκκρινε κανονικά. Με τον τρόπο αυτό η κλομιφαίνη προκαλεί την παραγωγή παραπάνω ‘ωοθυλακίων’ και τελικά την απελευθέρωση περισσοτέρων ωαρίων (‘αυγών’) από τις ωοθήκες. Η διέγερση αυτή με την κλομιφαίνη είναι μια σχετικά απλή θεραπεία και για το λόγο αυτό είναι συνήθως και το «πρώτο βήμα» για μια γυναίκα που έχει προβλήματα υπογονιμότητας. Η διέγερση με κλομιφαίνη δεν χρειάζεται πάντοτε παρακολούθηση, αν και η παρακολούθηση μπορεί να βοηθήσει στην καλύτερη ρύθμιση της δόσης, ιδίως αν προηγούμενες θεραπείες δέν έχουν αποδώσει αποτελέσματα. Ιδιαίτερα μεγάλη σημασία έχει η παρακολούθηση σε περιπτώσεις όπου η δόση της κλομιφαίνης είναι μεγάλη, ή όταν η θεραπεία συνδυάζεται και με σπερματέγχυση. Στο παρελθόν κάποιες μελέτες συνέδεσαν την κλομιφίνη με την ανάπτυξη όγκων των οωθηκών. Αν και πιό πρόσφατες μελέτες δεν επιβεβαιώνουν την σκέψη αυτή, καλό είναι αυτή η θεραπεία (όπως και κάθε θεραπεία υπογονιμότητας) να χρησιμοποιείται για λίγες φορές μόνον. Ο λόγος γι’αυτό είναι οτι αν μια μέθοδος πρόκειται να πετύχει, συνήθως αυτό γίνεται τις πρώτες 3 εως 6 φορές.
Φολλιτροπίνη. (FSH, Gonal-F, Puregon) H φολλιτροπίνη, (FSH) αποτελεί το «επόμενο βήμα» στις θεραπείες υπογονιμότητας, μετά την κλομιφαίνη. Μάλιστα, ειναι πιθανόν σε περιπτώσεις οπου μια γυναίκα έχει φυσιολογικούς κύκλους και είναι πάνω από 37 ετών, να είναι και το «πρώτο βήμα», αντί της κλομιφαίνης. Όλα τα σκευάσματα φολλιτροπίνης είναι ενέσιμα (υποδόρια είτε ενδομυϊκά). Αντίθετα απο την κλομιφαίνη, η φολλιτροπίνη δέν στηρίζεται στην λειτουργία του υποθαλάμου και της υπόφυσης, και γι’αυτό λειτουργεί ακόμα πιό καλά. Η χρήση φολλιτροπίνης απαιτεί εξειδίκευση και παρακολούθηση, γιατί αντίθετα απο την κλομιφαίνη είναι πιο εύκολο να δημιουργήσει προβλήματα και επιπλοκές. Όπως και για την κλομιφάινη, έχουν κατά καιρούς δημιουργηθεί υποψίες οτι προκαλεί καρκίνο των ωοθηκών, αλλά κάτι τέτοιο δεν θεωρείται αλήθεια.
Χοριακή Γοναδοτροπίνη. (HCG) H xοριακή γοναδοτροπίνη είναι μιά ένεση (υποδόρια ή ενδομυική) που προκαλεί ωορρηξία σe ώριμα ωοθυλάκια. Σε φυσιολογικούς η «διεγερμένους» κύκλους, μετά από 24-39 ώρες από την ένεση xοριακής γοναδοτροπίνης, το ωάριο ελευθερώνεται απο την ωοθήκη και μπορεί να γονιμοποιηθεί. Αν μία θεραπευτική αγωγή περιλαμβάνει xοριακή γοναδοτροπίνη, η ένεση έχει μεγάλη σημασία στον συγχρονισμό με σπερματεγχύσεις η με την ωοληψία.